Ἀντώνιος Ἀντωνάκος - Ἡ συγκριτικὴ γλωσσολογία καὶ ἡ ἀσύγκριτος Ἑλληνικὴ γλῶσσα (Α´)


   Οἱ πρόγονοί μας, οἱ ὁποῖοι δημιούργησαν ὅλες τὶς ἐπιστῆμες, οἱ ὁποῖοι μίλησαν γιά: τὸ Διάστημα, τὰ Μαθηματικά, τὸ Δίκαιο, τὴν Ἰατρική, τὸ Θέατρο, κ.λπ. · αὐτοί, οἱ ὁποῖοι μίλησαν γιὰ τὸ ὁποιοδήποτε πρᾶγμα πάνω καὶ μέσα καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Γῆ, δὲν δημιούργησαν κἀμμία συγκριτικὴ γλωσσολογία. Τὸ «γιατί» ἦταν ἁπλό: γνώριζαν ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ γλῶσσα δὲν ἀποτελοῦσε συγκρίσιμο μέγεθος μὲ τὶς βαρβαρικὲς διαλέκτους ποὺ ὁμιλοῦσαν οἱ τότε γνωστοὶ λαοί. Πῶς νὰ συνέκριναν π.χ. κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου τὶς ἁπλὲς γλῶσσες τῶν διαφόρων βαρβάρων λαῶν ποὺ χρησιμοποιοῦσαν μόνο λέξεις κοινὲς (σπίτι, τραπέζι, κρεβάτι, ὅπλο, ἔνδυμα, κ.λπ.) μὲ τὴν λέξη π.χ. «δυσαριστοτόκεια» τὴν ὁποία ἀναφωνεῖ ἡ Θέτις, ὅταν ὁ υἱός της Ἀχιλλεὺς τῆς ἀνακοινώνει τὴν ἀπόφασή του νὰ βγῇ στὴν μάχη μὲ τὸν Ἕκτορα.
   Ὁμιλῶ γιὰ τὸ γεγονὸς ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ἰλιάδα τοῦ Ὁμήρου (Σ´ 54) ὅπου ἡ Θέτις θρηνεῖ γιὰ ὅ,τι θὰ πάθῃ ὁ υἱός της σκοτώνοντας τὸν Ἕκτορα: «διὸ καὶ δυσαριστοτόκειαν αὐτὴν ὀνομάζει». Ἡ λέξη «δυσαριστοτόκεια» ἀπὸ μόνη της εἶναι ἕνα μοιρολόγι, διότι ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ ἀχώριστο προθεματικὸ μόριο «δυσ–» καὶ τὶς λέξεις «ἄριστος + τίκτω». Ἡ φράση «ὤ μοι δυσαριστοτόκεια» ὅπως ἀναλύει τὸ «Ἐτυμολογικὸν τὸ Μέγα» σημαίνει «ἐπὶ κακῷ τὸν ἄριστον τετοκυῖα», δῆλα δή: «ἀλλοίμονο σὲ ἐμένα ποὺ γιὰ κακὸ γέννησα τὸν ἄριστο». Εἰλικρινὰ οὐδεμία ἄλλη γλῶσσα στὸν κόσμο θὰ μποροῦσε νὰ ἀποδώσῃ σὲ μία καὶ μόνο λέξη τόσα πολλὰ καὶ ὑψηλὰ νοήματα παρὰ μόνο ἡ Φωνὴ Ἑλληνίς, ἡ ὁποία ἐφεῦρε καὶ χρησιμοποιεῖ μέσῳ τῆς χρήσεως τῶν προθέσεων τὰ σύνθετα, πολλαπλασιάζοντας τὶς λέξεις καὶ τὰ νοήματα καὶ προσφέροντάς τα ἐν συνεχείᾳ ὡς δῶρο στοὺς ὁμιλοῦντες τὴν βαρβαρική.  
   Ἔχετε μήπως ἀναρωτηθῇ, ἂν θὰ μποροῦσαν ποτὲ νὰ συγκρίνουν οἱ Ἕλληνες μία γλῶσσα, ἡ ὁποία ἐξέφραζε ἀφηρημένες ἔννοιες, μὲ τὰ βαρβαρόφωνα ὀλιγόλεξα ἰδιώματα τῶν γύρω λαῶν; Ὁ ἀρχαιότερος γιὰ παράδειγμα Ἑλληνικὸς φιλοσοφικὸς καὶ ἐπιστημονικὸς ὅρος εἶναι «τὸ ἄπειρον» τοῦ Ἀναξιμάνδρου τοῦ Μιλησίου. Ὁ Ὅμηρος, ὅταν μιλοῦσε γιὰ ἀτέλειωτη θάλασσα (ἀπείρονα πόντον) , γνώριζε ὅτι πίσω ἀπὸ αὐτὴν – ἀκόμη κι ἂν δὲν τὶς διέκρινε – βρίσκονται: ἡ Μῆλος, ἡ Κρήτη, ἡ Αἴγυπτος, κ.λπ. Ὁ Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος ὅμως προσδιώρισε αὐτὸ ποὺ ὄντως δὲν ἔχει τέλος καὶ ξεπερνᾷ κατὰ πολὺ αὐτό, τὸ ὁποῖο ὁ κοινὸς ἄνθρωπος νομίζει ὅτι δὲν ἔχει ὅρια. Αὐτὸς ὁ τρόπος, τῆς δημιουργίας δῆλα δὴ ἀπὸ μία λέξη τῆς καθομιλουμένης ἢ τῆς ποίησης μιᾶς ἀφηρημένης ἐννοίας, καθορίζει τὸν τρόπο τῆς ἐπιστημονικῆς σκέψης. Ἡ ἀρχαία Ἑλληνικὴ γλῶσσα ἔδωσε τὸ μέσον τῆς κατασκευῆς. Ἕνα ὁριστικὸ ἄρθρο πρὶν τὸ ἐπίθετο καὶ ἔχουμε τὴν ἀφηρημένη ἔννοια (τὸ ἄπειρον, τὸ εὐτυχές, κ.λπ.) . 
   Ἡ κορωνίδα λοιπὸν τοῦ ἐπιστημονικοῦ λόγου εἶναι ἡ δημιουργία τῆς ἐπιστημονικῆς ὁρολογίας. Πῶς λοιπὸν νὰ ἔμπαιναν στὸν πειρασμὸ νὰ συγκρίνουν τὰ ἀσύγκριτα; Τί νὰ συνέκριναν δῆλα δή; Τὴν τραγουδιστὴ γλῶσσα, τὴν Ἑλληνικὴ «αὐδὴ» (ἐκ τοῦ «ᾄδω») , ἡ ὁποία ἀκουγόταν σὰν μουσικὴ λόγῳ τῆς ἐναλλαγῆς μακρόχρονων καὶ βραχύχρονων φωνηέντων ποὺ ἦσαν ἁρμονικῶς τοποθετημένα «κατὰ μελίφθογγον κρᾶσιν», μὲ τοὺς βαρβαρικοὺς ἤχους («μπ», «ντ», «γκ») ποὺ μᾶς ἔχουν ἐπιβάλει νὰ εἰσαγάγουμε σήμερα στὴν γλῶσσά μας οἱ προοδευτικοὶ «εἰδικοὶ» γλωσσολόγοι; Αὐτοί, οἱ ὁποῖοι ὁμιλοῦν σήμερα γιὰ τὸ ἀνύπαρκτο «διεθνὲς φωνητικὸ ἀλφάβητο» ποὺ ὅμως θέλουν καὶ νὰ μᾶς ἐπιβάλλουν μέσῳ νέων γραμματικῶν ποὺ ἀποβλέπουν σὲ τελικὴ ἐπιβολὴ τοῦ Λατινικοῦ ἀλφαβήτου; Ἂς προσπαθήσουν νὰ ποῦν στοὺς Ἄγγλους νὰ ποῦν “pull” (τραβῶ) ἢ “pool” (πισίνα) καὶ νὰ τὴν ἀντικαταστήσουν μὲ “pul” καὶ γιὰ τὶς δύο λέξεις.
   Πῶς νὰ συγκρίνουν τὴν Ἑλληνικὴ μὲ βαρβαρόφωνες γλῶσσες οἱ πρόγονοί μας ποὺ δὲν ἀνέχονταν τὴν κακοποίησή της, ἀλλὰ οὔ τε νὰ τὴν χρησιμοποιοῦν ἄνθρωποι ποὺ δὲν εἶχαν τὴν πρέπουσα παιδεία καὶ δὲν κατανοοῦσαν τὴν μοναδικότητα καὶ τὸ μεγαλεῖό της. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα μᾶς ἀναφέρει ὁ Πλούταρχος ὁ Χαιρωνεὺς (Θεμιστοκλῆς, 6,4,2) , ὅταν ὁ Ξέρξης ἀπέστειλε ἀντιπροσωπεία γιὰ νὰ ζητήσῃ «γῆ καὶ ὕδωρ» ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους. Τότε ὁ Θεμιστοκλῆς παρὰ τὰ καθιερωμένα διέταξε νὰ συλληφθῇ ὁ διερμηνεὺς καὶ μὲ ψήφισμα τὸν ἐθανάτωσε μὲ τὴν αἰτιολογία ὅτι: «φωνὴν Ἑλληνίδα βαρβάροις προστάγμασιν ἐτόλμησε χρῆσαι» · «ἐτόλμησε νὰ χρησιμοποιήσῃ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα σὲ βάρβαρα προστάγματα». Ἡ σημερινὴ θολοκουλτούρα τῶν προοδευτικῶν βεβαίως ἔχει τὴν λύση· θὰ χαρακτήριζε αὐτὴν τὴν πράξη τοῦ Θεμιστοκλέους φασιστική· ἐξ ἄλλου, γι’ αὐτούς, ὁποιαδήποτε πράξη, ἡ ὁποία δὲν δίνει τὴν ἀσύδοτη ἐλευθερία σὲ ὁποιονδήποτε νὰ καταστρέφῃ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα διὰ τῶν φραγκολεβαντίνικων (greeklish) καὶ τῶν ξενόγλωσσων πινακίδων καὶ γενικῶς δὲν πληροῖ τοὺς ὅρους ποὺ ἔχει θέσει ἡ παγκοσμιοποίηση ἔχει φασίζουσα γλωσσικὴ νοοτροπία. 


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ἱπποκράτης ὁ Κῷος - Γενικὴ ἰατρικὴ | Νόμος

Χημεία τροφίμων - Κρεμμύδια καὶ Σκόρδο

Εἰσαγωγὴ στὴν διατροφὴ καὶ τὸν μεταβολισμὸ - Πέψη ἀμύλου